Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2011

Λουκιανοῦ Θεῶν Διάλογοι /Zeus, Helios) (Ζεὺς καὶ Ἥλιος)







                               Ζ

Οἷα πεποίηκας, ὦ Τιτάνων κάκιστε; ἀπολώλεκας τὰ ἐν τῇ γῇ ἅπαντα, μειρακίῳ ἀνοήτῳ πιστεύσας τὸ ἅρμα, ὃς τὰ μὲν κατέφλεξε πρόσγειος ἐνεχθείς, τὰ δὲ ὑπὸ κρύους διαφθαρῆναι ἐποίησε
πολὺ αὐτῶν ἀποσπάσας τὸ πῦρ,
καὶ ὅλως οὐδὲν ὅ τι οὐ ξυνετάραξε
καὶ ξυνέχεε, καὶ εἰ μὴ ἐγὼ ξυνεὶς τὸ γιγνόμενον κατέβαλον αὐτὸν τῷ κεραυνῷ, οὐδὲ λείψανον ἀνθρώπων ἐπέμεινεν ἄν· τοιοῦτον ἡμῖν τὸν καλὸν ἡνίοχον καὶ διφρηλάτην ἐκπέπομφας.
Τί κατάφερες άχρηστε Τιτάνα, γκρέμισες στη γη
τα πάντα σε άμυαλο κοπέλι δίνοντας το άρμα, που άλλα κατάκαψε φερμένος στη γη και και άλλα απ το κρύο να χαθούν κατάφερε αποσπώντας πολύ απ' αυτά το πυρ και όλα γενικά τα τάραξε και  σύγχυσε και αν εγώ δεν έπιανα το γεγονός δεν τον έριχνα με κεραυνό ίχνος ανθρώπου δε θα μενε τέτοιο πιλότο αρματηλάτη μας ξαπόστειλες



 Η
Ἥμαρτον, ὦ Ζεῦ, ἀλλὰ μὴ χαλέπαινε, εἰ  ἐπείσθην υἱῷ πολλὰ ἱκετεύοντι· πόθεν γὰρ ἂν καὶ ἤλπισα τηλικοῦτο γενήσεσθαι κακόν;


ήμαρτον Δία,
μα μή θυμώνεις γιατί πείστηκα απ' το γιό ικεύτευε πολύ· πού να φανταστώ τόσο μεγάλο κακό;
                               Ζ
Οὐκ ᾔδεις, ὅσης ἐδεῖτο ἀκριβείας τὸ πρᾶγμα καὶ ὡς, εἰ βραχύ τις ἐκβαίη τῆς ὁδοῦ, οἴχεται πάντα; ἠγνόεις δὲ καὶ τῶν ἵππων τὸν θυμόν, ὡς δεῖ ξυνέχειν
ἀνάγκῃ τὸν χαλινόν; εἰ γὰρ ἐνδοίη τις, ἀφηνιάζουσιν εὐθύς, ὥσπερ ἀμέλει καὶ τοῦτον ἐξήνεγκαν, ἄρτι μὲν ἐπὶ τὰ λαιά, μετ' ὀλίγον δὲ ἐπὶ τὰ δεξιά, καὶ ἐς τὸ ἐναντίον τοῦ δρόμου ἐνίοτε, καὶ ἄνω καὶ κάτω, ὅλως ἔνθα ἐβούλοντο αὐτοί· ὁ δὲ οὐκ εἶχεν ὅ τι χρήσαιτο αὐτοῖς.
 (;) Δε γνώριζες πόση ακρίβεια χρειαζόταν το πράγμα και πως αν κάποιος για λίγο βγει απ' το δρόμο, χάνονται τα πάντα; αγνοούσες και την ορμή των αλόγων, πως πρέπει να σφίγγει κανείς με δύναμη το χαλινάρι; και αν κάποιος χαλαρώνοντας ενδώσει, αφηνιάζουν με μιάς, όπως φερ' ειπείν και τούτον ξεστράτισαν, πρώτα από αριστερά, ύστερα δεξιά, κάποτε προς τα πίσω και πάνω κάτω, ολότελα όπου ήθελαν αυτά, ενώ εκείνος δεν ήξερε τί να τα κάνει.

                               Η








Πάντα μὲν ἠπιστάμην ταῦτα καὶ διὰ τοῦτο ἀντεῖχον ἐπὶ πολὺ καὶ οὐκ ἐπίστευον αὐτῷ τὴν ἔλασιν· ἐπεὶ δὲ κατελιπάρησε δακρύων καὶ ἡ μήτηρ Κλυμένη μετ' αὐτοῦ, ἀναβιβασάμενος ἐπὶ τὸ ἅρμα ὑπεθέμην, ὅπως μὲν χρὴ βεβηκέναι αὐτόν, ἐφ' ὁπόσον δὲ ἐς τὸ ἄνω ἀφέντα ὑπερενεχθῆναι, εἶτα ἐς τὸ κάταντες αὖθις ἐπινεύειν καὶ ὡς
ἐγκρατῆ εἶναι τῶν ἡνιῶν καὶ μὴ ἐφιέναι τῷ θυμῷ τῶν ἵππων· εἶπον δὲ καὶ ἡλίκος ὁ κίνδυνος, εἰ μὴ ὀρθὴν ἐλαύνοι· ὁ δὲ (παῖς γὰρ ἦν) ἐπιβὰς τοσούτου πυρὸς καὶ ἐπικύψας ἐς βάθος ἀχανὲς ἐξεπλάγη, ὡς τὸ εἰκός· οἱ δὲ ἵπποι ὡς ᾔσθοντο οὐκ ὄντα ἐμὲ τὸν ἐπιβεβηκότα, καταφρονήσαντες τοῦ μειρακίου ἐξετράποντο τῆς ὁδοῦ καὶ τὰ δεινὰ ταῦτα ἐποίησαν· ὁ δὲ τὰς ἡνίας ἀφείς, οἶμαι δεδιὼς μὴ ἐκπέσῃ αὐτός, εἴχετο τῆς ἄντυγος. ἀλλὰ ἐκεῖνός τε ἤδη ἔχει τὴν δίκην κἀμοί, ὦ Ζεῦ, ἱκανὸν τὸ πένθος. 
Όλα αυτα τα γνώριζα για αυτό και αντιστεκόμουν και δεν του εμπιστευόμουν την πορεία· όταν όμως επέμεινε πολύ με δάκρυα μέχρι και η μάνα του η Κλυμένη μαζί του, βάζοντας τον στο άρμα, του εξήγησα πώς πρέπει να πηγαίνει, μέχρι πόσο να χαλαρώνει τα γκέμια στον ανήφορο και μετά στην κατηφόρα πάλι να κάνει νεύμα κρατώντας γερά τα ηνία και να μην υποχωρεί στην ορμή των αλόγων· του είπα και πόσο μεγάλος ο κίνδυνος αν δεν κρατάει ευθεία πορεία και αυτός (παιδί ήταν) αφού επιβιβάστηκε σε τόση δύναμη πυρός και σκύβοντας στο αχανές βάθος, ταράχτηκε φυσικά· και τα άλογα μόλις κατάλαβαν ότι δεν είμαι εγώ αυτός που οδηγούσε, καταφρονώντας τον νέο βγήκαν απ' την πορεία και προξένησαν όλα τούτα τα δεινά· άφησε τα ηνία, πιστεύω φοβούμενος μην πέσει και αυτός, και προσπαθούσε να πιαστεί απ' την άντυγα. Εκείνος όμως τιμωρήθηκε Δία και για μένα αρκετό είναι το πένθος.








Η
Ἱκανὸν λέγεις τοιαῦτα τολμήσας; νῦν    μὲν οὖν συγγνώμην ἀπονέμω σοι, ἐς δὲ τὸ λοιπόν, ἤν τι ὅμοιον παρανομήσῃς ἤ τινα τοιοῦτον σεαυτοῦ διάδοχον ἐκπέμψῃς, αὐτίκα εἴσῃ, ὁπόσον τοῦ σοῦ
πυρὸς ὁ κεραυνὸς πυρωδέστερος. ὥστε ἐκεῖνον μὲν αἱ ἀδελφαὶ θαπτέτωσαν ἐπὶ τῷ Ἠριδανῷ, ἵναπερ ἔπεσεν ἐκδιφρευθείς, ἤλεκτρον ἐπ' αὐτῷ δακρύουσαι καὶ αἴγειροι γενέσθωσαν ἐπὶ τῷ πάθει, σὺ δὲ ξυμπηξάμενος τὸ ἅρμα (κατέαγε δὲ καὶ ὁ ῥυμὸς αὐτοῦ καὶ ἅτερος τῶν τροχῶν συντέτριπται) ἔλαυνε ἐπαγαγὼν τοὺς ἵππους. ἀλλὰ μέμνησο τούτων ἁπάντων. 
(;) Αρκετό λες με τέτοια που τόλμησε; τώρα λοιπόν βέβαια σε συγχωρώ αλλά από 'δω και περα αν κάνεις άλλη παρανομία ή κάποιον παρόμοιο ξαποστείλεις για διάδοχο σου, αμέσως θα μάθεις πόσο απ' τη δική σου φωτιά ο δικός μου κεραυνός τσουρουφλάει περισσότερο. Ας τον θάψουν οι αδελφές του στον Ηριδανό, όπου απ' την άμαξα έπεσε, χύνοντας δάκρυ-κεχριμπάρι και λεύκες ας γίνουν απ' το καημό τους και σύ αφού φτιάξεις το άρμα (έσπασε και το τιμόνι και ο άλλος τροχός) ξεκίνα την πορεία οδηγώντας τα αλόγατα. Μα να θυμάσαι όλα τούτα που σου πα.




+
Οβιδίου Μεταμορφώσεις
Φαέθων· καθαρεύουσα
http://ergotelemata.blogspot.com/2011/10/blog-post_10.html


+
Λεξιλογικό Φαεθόντειον άρθρο
http://ergotelemata.blogspot.com/2011/10/blog-post_12.html

4 σχόλια:

dodo είπε...

Μερικές πηγές ακόμη- αν και μάλλον θα τις γνωρίζεις.

Un par de neuronas... είπε...

Ah! Muy bueno, amigo Miguel! es un placer leer en griego cualquier clásico. recuerdo haber comprado los libros que necesitaba para mi tesis en la editorial Kaktos -muy antipático el dueño, por cierto- porque venía el texto en griego antiguo y griego moderno.

El contenido del argumento que nos pones es para temblar!

Un abrazo y feliz día, hoy es fiesta aquí CELEBRAMOS EL DÍA DE LA HISPANIDAD ¡QUÉ VERGÜENZA!

MelidonisM είπε...

@Dodo :-)

@Veronica
¿no hay libros bilingües griegos-español?

y ayer fue el día de los muertos
pero este Colombo-día
se celebra también
en las Américas!! :-)

Un par de neuronas... είπε...

Sí que los hay pero las traducciones son pura fantasía, amigo!

Beso.